- ψευδήριον
- ψευδήριον, τό,A = κενήριον, cenotaph, Lyc.1048,1181.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ψευδήριον — cenotaph neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ψευδήριον — τὸ, Α (ποιητ. τ.) κενοτάφιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψεῦδος / ψευδής + ἠρίον «τάφος, μνημείο» (πρβλ. κεν ήριον)] … Dictionary of Greek
ψευδηρίων — ψευδήριον cenotaph neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ψευδήρια — ψευδήριον cenotaph neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)